- Ἰταλίδης
- Ἰτᾰλ-ίδης, ου, ὁ, poet. for Ἰταλιώτης, AP9.344 (Leon.), Call. Fr.448.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Ιταλίδης — Ἰταλίδης, ὁ (Α) ποιητ. τ. αντί Ιταλιώτης* … Dictionary of Greek
Ἰταλίδαις — Ἰταλίδης masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἰταλίδαισιν — Ἰταλίδης masc dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἰταλίδῃσιν — Ἰταλίδης masc dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)